Ήταν πολύ όμορφο το πρωινό και αφού είχα πιει τον καφέ μου και διάβασα αρκετές σελίδες από το βιβλίο μου, είπα να πάω μιά βόλτα...
Έβλεπα από μακριά τη θάλασσα να στραφταλίζει κάτω από πεντακάθαρο ουρανό, άνοιξη, τα πουλιά χορωδία και τ' αεράκι δροσιστικό , έβγαλα την απόφαση να πάω προς παραλία.
Βούτηξα το ψαθάκι μου και δυο στροφές τραγουδιστές και να μαι!
Πήρα το μονοπάτι που περνούσε απ' τα χωράφια. Μ' άρεσε να κοιτάζω γύρω γύρω... Γιορτή, και ανυπομονησία για το καλοκαιράκι που είχε ήδη στείλει τα χαιρετίσματα Μυρωδιές από χόρτα ξερά και χώμα που τα 'χε ρουφήξει τα νερά του και τώρα το μυζούσαν βλαστάρια βυζανιάρικα, νεούδια μοσκομυριστά.
Και ποιος να δουλέψει στα χωράφια.... Θες το ψαθάκι, θες το κόκκινο το φουστάνι μου, θες τα μπανιερά στην τσάντα, πριν καλοστρίψω στην πεζούλα, είχα παρέα κάμποσα φιλαράκια.
Γέλια, φωνές, κουβέντες, τα σκάσαμε τα πουλιά, τους πήραμε τη δόξα και πετούσαν μακριά απ' όπου περνούσαμε....
Η ψυχή μου γελούσε. Η λιακάδα είχε τρυπώσει και φώτιζε το μέσα μου. Τα παιδιά γίνανε δυάδες να περάσουμε το μονοπάτι το στενό. Κρατήθηκαν από το χέρι κι ακούμπησαν τους ώμους, αλλά τα γέλια και τα τραγούδια δεν σταμάτησαν. Και μετά που πλάτυνε το μονοπάτι...τα χέρια δεν αφέθηκαν, και οι ώμοι δεν ξεμάκρυναν, και το κόκκινο φουστάνι μου να χαϊδεύει ένα αγορίστικο γόνατο, και η καρδιά μου να χορεύει και να φτεροκοπά.
Δυο είπαν να λοξοδρομίσουν για το πηγάδι, να γεμίσουν τα παγούρια με νερό, τους βλέπαμε από ψηλά και να σου τα γέλια και τα πειράγματα... άλλοι δυο πιάσανε το χορό και δύο βήματα μπρος, ένα πίσω, καθυστερούσαν
"'Έβαλε ζέστη" είπα, και με ρώτησε αν θέλω να πάμε από το δάσος για πιο δροσιά... "Ναι, είπα, θα φτάσουμε και πιο γρήγορα στην παραλία". Είπε πως πάντα του άρεσε η θάλασσα, αλλά είχε πολύ δουλειά στο ύψωμα. Την έβλεπε από κει ψηλά και την καμάρωνε, φανταζόταν το νερό να τον δροσίζει και καιγόταν διπλά στο λιοπύρι το καλοκαίρι. "Ελα μαζί μου, του είπα, θα σου δείξω το δρόμο και θα έρχεσαι όσο συχνά θέλεις". Συμφώνησε αλλά μου ζήτησε να περάσουμε από το ποτάμι να σφίξει τα δεσίματα στο γεφυράκι.
Λοξοδρομήσαμε μέσα στο πράσινο και ήταν τόσο όμορφα να μιλάμε και να περπατάμε ανάμεσα στα δέντρα...
Φτάσαμε στο γεφύρι, και πήγα μια βόλτα για να μαζέψω λουλούδια και βατόμουρα.
Όταν γύρισα στο γεφύρι τον είδα στην αντικρινή πλευρά. Του φώναξα και μου είπε να το περάσω το γεφύρι. "Δεν θα πάμε στη θάλασσα;" ρώτησα, και μου είπε ναι και βέβαια μα θα χρειαζόμασταν νερό και υπήρχε μια πηγή εκεί κοντά. Ευκαιρία ήταν...
Πέρασα το γεφύρι τρέχοντας για να βρεθώ κοντά του. Με πήρε από το χέρι και βγήκαμε ξανά σε ένα μονοπάτι που περνούσε από χωράφια.
Έριξα τη ματιά μου κατά τη θάλασσα και είπα "Απομακρυνόμαστε, μην αργήσουμε, ας μή χάσουμε τέτοια όμορφη μέρα". Με κοίταξε και είπε να μην είμαι κουτή, η θάλασσα δεν φεύγει από κει που είναι, ας τελειώσουμε τις δουλειές μας και θα πάμε.
Θύμωσα λίγο και είπα "Σήμερα είναι μέρα γιορτινή, δεν έχω δουλειές γιατί χθες δούλεψα διπλά. 'Ελα, ας μη χάσουμε τον ήλιο, αύριο τελειώνει η σχόλη και θα γυρίσουμε ξανά στη δουλειά". Μου χαμογέλασε και είπε ότι σε δυο λεπτά δρόμο θα φτάσουμε στη διχάλα που οδηγεί στη θάλασσα.
Και όταν φτάσαμε, η χαρά μου ήταν τέτοια που έστριψα και άρχισα να τρέχω γελώντας και λαχανιάζοντας.
Ξαφνικά ανοίχτηκε μπροστά μου ένα έλος!!! Κατατρόμαξα και σχεδόν έπεσα μέσα. Γύρισα να τον δω και με περίμενε δυο βήματα πίσω. Τον κοίταξα με τρόμο, θυμό και απόγνωση. "Πού με πας;"
Ζήτησε συγνώμη χίλιες φορές, είπε πως το ήξερε ότι υπήρχε βάλτος αλλά νόμιζε πως θα είχε στεγνώσει, πως ήμουν τόσο χαρούμενη που δεν μπορούσε να μου πει πως φοβάται τη θάλασσα, πως ήθελε να είναι προετοιμασμένος για όλα όσα θα μπορούσαν να του συμβούν εκεί, πως μια μέρα ήταν στο κάτω κάτω και όταν θα ζέσταινε ο καιρός θα μπορούσαμε να πάμε. Είπε πολλά, είπε ότι με αγαπάει, αλλά εγώ ήθελα να φύγω. Δεν ήξερα πως να γυρίσω πίσω και ήμουν ήδη πολύ κουρασμένη. Τον ακολούθησα ξανά μέχρι τη διχάλα. Η φτερωτή ψυχή μου ήταν ήσυχη, σαν να κλωσούσε πιτσιλωτά αυγουλάκια σε μια φωλιά στην κορφή ενός δέντρου. Δεν φτεροκοπούσε πια, αλλά κάτι περίμενε....
Και ήξερα πως όταν φτάναμε στη διχάλα του δρόμου....
Τετάρτη 20 Απριλίου 2011
Βόλτα

Κυριακή 20 Μαρτίου 2011
Το Σκυλί του Ωρίωνα!
http://www.youtube.com/watch?v=lh-IndN7Z-g&feature=related
Τι είναι αυτό που μπορεί να κάνει έναν άνθρωπο να αλλάξει;
Με αφορμή μια θεατρική παράσταση, που δυστυχώς δεν είδα, αλλά για τη οποία άκουσα τόσα πολλά, σκέφτομαι!
Τι είναι αυτό που μπορεί να κάνει έναν άνθρωπο να αλλάξει;
Πριν λίγο καιρό θα απαντούσα χωρίς δεύτερη σκέψη, ο έρωτας!
Και ως αιώνια ρομαντική και επί δεκαεπτά συναπτά ερωτευμένη με τον ίδιο χοντρό πλην τίμιο, θα υπερασπιζόμουν την άποψή μου με το ζήλο του εθισμένου στις ουσίες του έρωτα.
Εδώ και λίγο καιρό όμως, η ζωή μου δίνει απανωτά χαστουκάκια για να ξυπνήσω...
Μέχρι τώρα αναρωτιόμουν γιατί, μέχρι που πήρα την απόφαση να σταματήσω να ασχολούμαι με ανθρώπους και να καταπιαστώ με τα συναισθήματα.
Κατάλαβα λοιπόν ότι αυτά είναι που μας κάνουν να πελαγοδρομούμε στις ρότες της ζωής μας, των ζωών, γενικώς...
Νομίζω τελικά πως αυτό που μπορεί να κάνει έναν άνθρωπο να αλλάξει, είναι τα συναισθήματά του. Το βάθος, η ένταση και η ποιότητα των συναισθημάτων του.
Έτσι, ο έρωτας σε κάνει ν' ανθίζεις και να σκορπάς ευωδιές, η αγάπη ζεσταίνει εσένα και όποιον βρίσκεται γύρω, το πάθος σε καίει και σαν τη φωτιά μαζεύει ανθρώπους γύρω σου αλλά δεν αφήνει κανέναν να πλησιάσει πολύ, η ζήλια δηλητηριάζει, καταστρέφει σαν το οξύ, η ευγνωμοσύνη ανοίγει τις πόρτες σαν αεράκι ανοιξιάτικο, η αγνωμοσύνη και η αχαριστία τις κλείνουν, η χαρά σε κάνει παιδί και η μιζέρια γέρο. Και ο θυμός...δεν ξέρω....μήπως σαν μπόρα δυνατή σε τρομάζει, σε μαστιγώνει με αέρα και νερό, σε κάνει να κρύβεσαι κάτω από τα σκεπάσματα ακούγοντας τον να φυσομανάει και να αστραποβροντά.. και ξαφνικά... ανοίγεις τα μάτια και τα πάντα λάμπουν φρεσκοπλυμένα και καθαρά κάτω από τον ολόλαμπρο ήλιο!!!
Και μόνο κάποιο λυγισμένο δέντρο, κάποιο σπασμένο κεραμίδι, κάποιο σπασμένο τζάμι, μικροπράγματα, θυμίζουν το κακό που πέρασε.
Τι είναι αυτό που μπορεί να κάνει έναν άνθρωπο να αλλάξει;
Με αφορμή μια θεατρική παράσταση, που δυστυχώς δεν είδα, αλλά για τη οποία άκουσα τόσα πολλά, σκέφτομαι!
Τι είναι αυτό που μπορεί να κάνει έναν άνθρωπο να αλλάξει;
Πριν λίγο καιρό θα απαντούσα χωρίς δεύτερη σκέψη, ο έρωτας!
Και ως αιώνια ρομαντική και επί δεκαεπτά συναπτά ερωτευμένη με τον ίδιο χοντρό πλην τίμιο, θα υπερασπιζόμουν την άποψή μου με το ζήλο του εθισμένου στις ουσίες του έρωτα.
Εδώ και λίγο καιρό όμως, η ζωή μου δίνει απανωτά χαστουκάκια για να ξυπνήσω...
Μέχρι τώρα αναρωτιόμουν γιατί, μέχρι που πήρα την απόφαση να σταματήσω να ασχολούμαι με ανθρώπους και να καταπιαστώ με τα συναισθήματα.
Κατάλαβα λοιπόν ότι αυτά είναι που μας κάνουν να πελαγοδρομούμε στις ρότες της ζωής μας, των ζωών, γενικώς...
Νομίζω τελικά πως αυτό που μπορεί να κάνει έναν άνθρωπο να αλλάξει, είναι τα συναισθήματά του. Το βάθος, η ένταση και η ποιότητα των συναισθημάτων του.
Έτσι, ο έρωτας σε κάνει ν' ανθίζεις και να σκορπάς ευωδιές, η αγάπη ζεσταίνει εσένα και όποιον βρίσκεται γύρω, το πάθος σε καίει και σαν τη φωτιά μαζεύει ανθρώπους γύρω σου αλλά δεν αφήνει κανέναν να πλησιάσει πολύ, η ζήλια δηλητηριάζει, καταστρέφει σαν το οξύ, η ευγνωμοσύνη ανοίγει τις πόρτες σαν αεράκι ανοιξιάτικο, η αγνωμοσύνη και η αχαριστία τις κλείνουν, η χαρά σε κάνει παιδί και η μιζέρια γέρο. Και ο θυμός...δεν ξέρω....μήπως σαν μπόρα δυνατή σε τρομάζει, σε μαστιγώνει με αέρα και νερό, σε κάνει να κρύβεσαι κάτω από τα σκεπάσματα ακούγοντας τον να φυσομανάει και να αστραποβροντά.. και ξαφνικά... ανοίγεις τα μάτια και τα πάντα λάμπουν φρεσκοπλυμένα και καθαρά κάτω από τον ολόλαμπρο ήλιο!!!
Και μόνο κάποιο λυγισμένο δέντρο, κάποιο σπασμένο κεραμίδι, κάποιο σπασμένο τζάμι, μικροπράγματα, θυμίζουν το κακό που πέρασε.

Παρασκευή 11 Μαρτίου 2011
Κάθησα στην άκρη. Δεν ήθελα να με βλέπουν, δεν ήθελα να με ρωτήσουν τι κάνω, πώς πάει, τα παιδιά καλά;
Έριξα και τη φράντζα μπρός στα μάτια μου. Ούτε να τους βλέπω ήθελα.
Θα σου την κόψω κι άλλο, να φαίνονται τα μάτια σου... Κόψε όσο θες, Απόστολε, φιλάρισέ τα και λίγο πίσω...
Ευτυχώς που μάκρυναν απο τότε και φτάνει η φράντζα να κρυφτώ πίσω της...
Ψηλά το κεφάλι, μην καμπουριάζεις... άσε μας, ρε μάνα...
Έκλεισα τα μάτια να ηρεμήσω λίγο. Συγκεντρώθηκα στην αναπνοή μου...Έτσι κι αλλιώς πάντα λοξή με θεωρούσαν, δεν με ένοιαζε αν με κοιτούσαν.
Εισπνοή..., εκπνοή...., εισπνοή..., εκπνοή...., εισπνοή..., εκπνοή....
Ένα γαλάζιο φώς απλώθηκε μέσα μου....
Εισπνοή..., εκπνοή...., εισπνοή..., εκπνοή..., εισπνοή...,
Οι χτύποι της καρδιάς επιβραδύνθηκαν....
Εισπνοή.., εκπνοή..., εισπνοή..., εκπνοή...,
Μια μεταλλική γεύση ήρθε στο στόμα μου...
Εισπνοή..., εκπνοή..., εισπνοή...,
Σήκωσα αργά το κεφάλι,
Εισπνοή..., εκπνοή...,
Άνοιξα τα μάτια...
Εισπνοή...,
Μπάμ!
Έριξα και τη φράντζα μπρός στα μάτια μου. Ούτε να τους βλέπω ήθελα.
Θα σου την κόψω κι άλλο, να φαίνονται τα μάτια σου... Κόψε όσο θες, Απόστολε, φιλάρισέ τα και λίγο πίσω...
Ευτυχώς που μάκρυναν απο τότε και φτάνει η φράντζα να κρυφτώ πίσω της...
Ψηλά το κεφάλι, μην καμπουριάζεις... άσε μας, ρε μάνα...
Έκλεισα τα μάτια να ηρεμήσω λίγο. Συγκεντρώθηκα στην αναπνοή μου...Έτσι κι αλλιώς πάντα λοξή με θεωρούσαν, δεν με ένοιαζε αν με κοιτούσαν.
Εισπνοή..., εκπνοή...., εισπνοή..., εκπνοή...., εισπνοή..., εκπνοή....
Ένα γαλάζιο φώς απλώθηκε μέσα μου....
Εισπνοή..., εκπνοή...., εισπνοή..., εκπνοή..., εισπνοή...,
Οι χτύποι της καρδιάς επιβραδύνθηκαν....
Εισπνοή.., εκπνοή..., εισπνοή..., εκπνοή...,
Μια μεταλλική γεύση ήρθε στο στόμα μου...
Εισπνοή..., εκπνοή..., εισπνοή...,
Σήκωσα αργά το κεφάλι,
Εισπνοή..., εκπνοή...,
Άνοιξα τα μάτια...
Εισπνοή...,
Μπάμ!

Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2011
Η πεντάμορφη και το τέρας...
Η Γυναίκα είναι το κόσμημα ανάμεσα στα έμψυχα, το αριστούργημα της Πλάσης, αυτή που συντηρεί τη φωτιά της εστίας και τρέφει τη Ζωή με το γάλα της।
Η Γυναίκα είναι παντοδύναμη γι'αυτό τη φοβήθηκαν। Την ταπείνωσαν, έντυσαν το σώμα της με ρούχα και το πνεύμα της με ενοχές και σκοτάδι।
Κι όταν μετατρέψεις τη χάρη σε προστυχιά, την απόλαυση σε ενοχή, όταν συντηρείς χωρίς να σέβεσαι, όταν δίνεις υποχρεώσεις χωρίς να αναγνωρίζεις δικαιώματα, όταν καταλογίζεις ευθύνες χωρίς να προσφέρεις αναγνώριση, δημιουργείς ένα Τέρας, Άγριο Θηρίο। Και η Αγάπη που μόνο η Γυναίκα ήξερε να κρατάει στα χέρια της, γίνεται ένα διαμάντι στα χέρια ενός Θηρίου। Θα πεταχτεί στις λάσπες, θα ποδοπατηθεί και θα βρομίσει। Θα ξεχαστεί। Κι όλα αυτά γιατί η Γυναίκα δεν σκέφτηκε ποτέ πως έχει τη δύναμη να τ' αλλάξει όλα। Πως μπορεί να γεννήσει έναν καινούριο κόσμο μαζί με τα παιδιά που γεννάει και μεγαλώνει।
Κι αν το σκέφτηκε, αφέθηκε στο τέλος। Υπέκυψε και δέχτηκε το μήλο। Αυτό ήταν το πεπρωμένο της।
Η Γυναίκα είναι παντοδύναμη γι'αυτό τη φοβήθηκαν। Την ταπείνωσαν, έντυσαν το σώμα της με ρούχα και το πνεύμα της με ενοχές και σκοτάδι।
Κι όταν μετατρέψεις τη χάρη σε προστυχιά, την απόλαυση σε ενοχή, όταν συντηρείς χωρίς να σέβεσαι, όταν δίνεις υποχρεώσεις χωρίς να αναγνωρίζεις δικαιώματα, όταν καταλογίζεις ευθύνες χωρίς να προσφέρεις αναγνώριση, δημιουργείς ένα Τέρας, Άγριο Θηρίο। Και η Αγάπη που μόνο η Γυναίκα ήξερε να κρατάει στα χέρια της, γίνεται ένα διαμάντι στα χέρια ενός Θηρίου। Θα πεταχτεί στις λάσπες, θα ποδοπατηθεί και θα βρομίσει। Θα ξεχαστεί। Κι όλα αυτά γιατί η Γυναίκα δεν σκέφτηκε ποτέ πως έχει τη δύναμη να τ' αλλάξει όλα। Πως μπορεί να γεννήσει έναν καινούριο κόσμο μαζί με τα παιδιά που γεννάει και μεγαλώνει।
Κι αν το σκέφτηκε, αφέθηκε στο τέλος। Υπέκυψε και δέχτηκε το μήλο। Αυτό ήταν το πεπρωμένο της।

Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011

Μετά τα "Βαμμένα Κόκκινα Μαλλιά","Κλειστόν λόγω μελαγχολίας". Κύριε Μουσρελά, σας κατακλέψαμε...
Τα μαλλάκια μου τείνουν πλέον προς το καστανό (αν και ο ήλιος πάντα τα κάνει να "κοκκινίζουν"). Και τα παραθυράκια μου πλέον κλειστά λόγω μελαγχολίας.
Τα μαλλάκια μου τείνουν πλέον προς το καστανό (αν και ο ήλιος πάντα τα κάνει να "κοκκινίζουν"). Και τα παραθυράκια μου πλέον κλειστά λόγω μελαγχολίας.
Καλά είμαι και μόνη μου, δε λέω. Πάντα κάναμε καλή παρέα με τον εαυτό μου. Αλλά, να, τώρα θα θέλαμε πολύ να μπει και κάποιος τρίτος στην παρέα...
Τα μαλλάκια μου μάκρυναν, τα περιποιούμαι και είναι απαλά και ευωδιάζουν. Το μόνο που τους λείπει είναι ένα χάδι...και τα μάγια θα λυθούν...
Μόνο που γεμίσαμε μαγεμένες πριγκίπισσες και οι ήρωες δεν προλαβαίνουν..Οι Δον Κιχότες πολεμούν ανεμόμυλους και μόνο κάτι ταλαίπωροι Σάντσο Πάντσα διατρέχουν την υφήλιο πάνω στα γαϊδουράκια τους.
Αλλά ποια πριγκίπισσα ξύπνησε ποτέ από το χάδι ή το φιλί του Σάντσο Πάντσα;

Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2011
Καλή Χρονιά, λοιπόν! Άν και δεν νιώθω ν'αρχίζει κάτι καινούριο. Αλλά πιά δεν με πειράζουν και τα παλιά. Οπότε...είμαι καλά! Σταθερά... στα ίδια. Όλα καλά, όλα ανθηρά!
Αναχωρίσεις είχαμε...
Το σπίτι άδειο, κρύο, σαν βρώμικο. Ο Γιώργης έκανε να σηκώσει το τζάκι...Στ'αστεία, για να γελάσουμε. Και γελάσαμε, όλοι. Μια φορά, πρωί, δεκαπέντε χρονών, περίμενα τη φιεναδίτσα μου να ετοιμαστεί για να φύγουμε για σχολείο. Οι άλλοι κοιμούνταν. Καθώς περίμενα, λοιπόν, μου φάνηκε οτι το σβηστό τζάκι κουνιώταν! Οτι μεγάλωνε, μίκραινε, δεν ξέρω, τρόμαξα τόσο που άκουγα την καρδιά μου να χτυπάει...Στείλωσα τα μάτια στο μάυρο φόντο και περίμενα κατατρομαγμένη...έναν τρομακτικό ήχο...μια εξωπραγματική παρουσία... Στο λαιμό μου χτυπούσε μια φλέβα και ακουγα καθαρά τον ήχο...Η πόρτα άνοιξε και η φιλεναδίτσα μου ακροπάτησε στο σαλόνι. Τα μάτια μου ξαφνικά συνήθησαν στο μισοσκόταδο...σήκωσα την τσάντα μου και φύγαμε...
Τριάντα χρόνια μετά, το τζάκι με τρόμαξε για δεύτερη φορά. Σαν στόμα ανοιχτό στο άδειο σπίτι. Πώς γίνονται τρομαχτικά τα αντικείμενα όταν δεν τα ζεσταίνει η φωτιά της εστίας....
Αναχωρίσεις είχαμε...
Το σπίτι άδειο, κρύο, σαν βρώμικο. Ο Γιώργης έκανε να σηκώσει το τζάκι...Στ'αστεία, για να γελάσουμε. Και γελάσαμε, όλοι. Μια φορά, πρωί, δεκαπέντε χρονών, περίμενα τη φιεναδίτσα μου να ετοιμαστεί για να φύγουμε για σχολείο. Οι άλλοι κοιμούνταν. Καθώς περίμενα, λοιπόν, μου φάνηκε οτι το σβηστό τζάκι κουνιώταν! Οτι μεγάλωνε, μίκραινε, δεν ξέρω, τρόμαξα τόσο που άκουγα την καρδιά μου να χτυπάει...Στείλωσα τα μάτια στο μάυρο φόντο και περίμενα κατατρομαγμένη...έναν τρομακτικό ήχο...μια εξωπραγματική παρουσία... Στο λαιμό μου χτυπούσε μια φλέβα και ακουγα καθαρά τον ήχο...Η πόρτα άνοιξε και η φιλεναδίτσα μου ακροπάτησε στο σαλόνι. Τα μάτια μου ξαφνικά συνήθησαν στο μισοσκόταδο...σήκωσα την τσάντα μου και φύγαμε...
Τριάντα χρόνια μετά, το τζάκι με τρόμαξε για δεύτερη φορά. Σαν στόμα ανοιχτό στο άδειο σπίτι. Πώς γίνονται τρομαχτικά τα αντικείμενα όταν δεν τα ζεσταίνει η φωτιά της εστίας....

Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2010
Σ.
Μια τρικυμία μέσα μου
και συ βαρκούλα,
μιά βρίσκεσαι, μιά χάνεσαι...
Μέσα μου βράχια κοφτερά
σκίζω τα χέρια μου
και μες στα αίματα
κρατώ, μαντεμένιο πουλί,
την ψυχή μου.
Φωτιές κλείνουν τα μάτια μου
κι ονειρεύομαι,
Να 'ταν λέει περιστέρι λευκό,
με κλαδί ελιάς να σου το ΄στελνα...

Πέμπτη 2 Δεκεμβρίου 2010
Κάτι ήθελα να σου πώ....όλο το ξεχνάω...Μάλλον κάτι που είχε γίνει παλιά... Δεν θυμάμαι που ήμασταν... Υπήρχαν δέντρα ψηλά, φθινόπωρο, με πυρόξανθα φύλλα. Απο κάπου ακουγόταν ένα ποτάμι... Και ψηλά, (σε φαράγγι ήμασταν; δε θυμάμαι...), απο ψηλά να μας φωνάζουν οι μανάδες μας, έξαλλες! Νόμιζαν πως είχαμε χαθεί!
Δεν ειχαμε χαθεί. Δεν φοβόμασταν. Σαν να ζούσαμε απο πάντα εκεί... Περίεργος τόπος...Το φώς επεφτε ανάμεσα απο τα φύλλα, σαν όνειρο. Μυρωδιά γής νοτισμένης απο βροχή ποτιστική, φύση χαρούμενη, και η δροσιά να μας χαιδεύει το μπράτσα, τα μάγουλα, τα μαλλιά, τα χείλη....έσερνα τα πόδια μου να κανω να θροίζουν τα πεσμένα φύλλα.
Εσυ; Θυμάσαι εκείνη τη μέρα; Νόμιζα πως θα τη θυμόσουν...
Νόμιζα πως θα θυμόμουν πού ήμασταν. Πως ήξερα πώς να ξαναπάω. Δοκίμασα εφηβη, με την παλιοπαρέα να βρω το άνοιγμα στο βράχο απο όπου είχαμε περάσει. Αργούσα, δεν το έβρισκα και οι άλλοι φώναζαν, πεινάσαμε...
Μία άλλη φορά με τον έρωτα μαζί μου ξεκίνησαμε για εκεί...Ήθελα να του δείξω... Μα έκανε ζέστη, αφόρητη, λοξοδρομήσαμε για τη θάλασσα και μετά... για έρωτα..., ξεχάστηκα...
Κι άλλη μια φορά, άφησα τους άλλους πίσω και κίνησα για να περάσω το άνοιγμα. Νομίζω πως θα το έβρισκα μόλις έστριβα στο μονοπάτι, αλλά είχε πολύ λάσπη και κολλούσαν τα τακούνια μου.
Πέρασαν πολλά χρόνια...Και μερικές φορές μου φαίνεται πως θυμάμαι τα πάντα καθαρά, για μια στιγμή όμως. Σαν φλάς φωτογραφικής. Σαν ν'άναψα ενα σπίρτο σε μπουρίνι.
Μια μέρα όμως θα ξαναπάω εκεί. Θα φορέσω αθλητικά, και δεν θα πάρω παρέα...Θα μείνω όσο χρειαστεί για να βρώ το άνοιγμα στο βράχο...
Φοβάμαι λιγάκι...Θα 'ρθεις μαζί μου;
Δεν ειχαμε χαθεί. Δεν φοβόμασταν. Σαν να ζούσαμε απο πάντα εκεί... Περίεργος τόπος...Το φώς επεφτε ανάμεσα απο τα φύλλα, σαν όνειρο. Μυρωδιά γής νοτισμένης απο βροχή ποτιστική, φύση χαρούμενη, και η δροσιά να μας χαιδεύει το μπράτσα, τα μάγουλα, τα μαλλιά, τα χείλη....έσερνα τα πόδια μου να κανω να θροίζουν τα πεσμένα φύλλα.
Εσυ; Θυμάσαι εκείνη τη μέρα; Νόμιζα πως θα τη θυμόσουν...
Νόμιζα πως θα θυμόμουν πού ήμασταν. Πως ήξερα πώς να ξαναπάω. Δοκίμασα εφηβη, με την παλιοπαρέα να βρω το άνοιγμα στο βράχο απο όπου είχαμε περάσει. Αργούσα, δεν το έβρισκα και οι άλλοι φώναζαν, πεινάσαμε...
Μία άλλη φορά με τον έρωτα μαζί μου ξεκίνησαμε για εκεί...Ήθελα να του δείξω... Μα έκανε ζέστη, αφόρητη, λοξοδρομήσαμε για τη θάλασσα και μετά... για έρωτα..., ξεχάστηκα...
Κι άλλη μια φορά, άφησα τους άλλους πίσω και κίνησα για να περάσω το άνοιγμα. Νομίζω πως θα το έβρισκα μόλις έστριβα στο μονοπάτι, αλλά είχε πολύ λάσπη και κολλούσαν τα τακούνια μου.
Πέρασαν πολλά χρόνια...Και μερικές φορές μου φαίνεται πως θυμάμαι τα πάντα καθαρά, για μια στιγμή όμως. Σαν φλάς φωτογραφικής. Σαν ν'άναψα ενα σπίρτο σε μπουρίνι.
Μια μέρα όμως θα ξαναπάω εκεί. Θα φορέσω αθλητικά, και δεν θα πάρω παρέα...Θα μείνω όσο χρειαστεί για να βρώ το άνοιγμα στο βράχο...
Φοβάμαι λιγάκι...Θα 'ρθεις μαζί μου;

Τετάρτη 21 Ιουλίου 2010
Η καρδιά μου έχει βουλιάξει στην υγρή άμμο.
Είμαι πια πολύ κουρασμένη για να ψάξω. Θα καθίσω εδώ στην άκρη να περιμένω.
Μ' αρέσει να χαζεύω την ασημένια επιφάνεια της θάλασσας.
Θα περιμένω μέχρι τα κύματα να βγάλουν την καρδιά μου από την άμμο. Θα την δω ν' ασπρίζει στον ήλιο σαν λευκό κοχυλάκι. Θα την πάρω στην παλάμη μου, θα την κοιτάξω, θα χαμογελάσω και θα φύγω από την παραλία αλαφροπατώντας.
Είμαι πια πολύ κουρασμένη για να ψάξω. Θα καθίσω εδώ στην άκρη να περιμένω.
Μ' αρέσει να χαζεύω την ασημένια επιφάνεια της θάλασσας.
Θα περιμένω μέχρι τα κύματα να βγάλουν την καρδιά μου από την άμμο. Θα την δω ν' ασπρίζει στον ήλιο σαν λευκό κοχυλάκι. Θα την πάρω στην παλάμη μου, θα την κοιτάξω, θα χαμογελάσω και θα φύγω από την παραλία αλαφροπατώντας.

Σάββατο 3 Ιουλίου 2010
Μονάδα...στα γραπτά
Πώς μου ταιριάζει η νύχτα!!!
Πώς μ'αρέσει!!!
Νιώθω ήρεμη και ασφαλής! Σπάνια φοβήθηκα να περπατήσω μόνη μου τη νύχτα στην πόλη. Όχι στην εξοχή, όμως. Η εξοχή με τρομάζει ακόμα και τη μέρα... Στην εξοχή έχω μια περίεργη αίσθηση ανασφάλειας, σαν να με παρακολουθούν.. Στην πόλη όμως όχι.
Η πόλη μου είναι όμορφη τη νύχτα. Έχω την ευτυχία να ζω στην επαρχία, σε ένα λιμάνι. Μ' αρέσει να βγαίνω βόλτα τη νύχτα. Σε λιγότερο από δέκα λεπτά είμαι στο κέντρο. Μπαράκια, τραπεζάκια έξω και κόσμος που ακόμα και αν δεν ξέρεις σίγουρα έχεις ξαναδεί. Η υπάλληλος που σε εξυπηρέτησε το πρωί, ο ταχυδρόμος, το αγόρι από την τρίτη Λυκείου που σου άρεσε όταν εσύ ήσουν στην πρώτη.
Προσπαθούν να με πείσουν οτι κινδυνεύω όταν περπατώ μόνη μου τη νύχτα. Ίσως να μην έχουν και άδικο τώρα πια... Άλλωστε δεν είμαι πια ανεξάρτητη, έχω και ένα παιδί να σκεφτώ. Τι θα γίνει αν εγώ καταλήξω ένα στρουμπουλό περίγραμμα από κιμωλία; -Σωστό. Έχουν δίκιο.
Γιατί ο Βύρων λείπει. Και έτσι είμαι μάνα και πατέρας. Και κόρη και αδελφή και φίλη και υπάλληλος. Και τι θα γίνουν όλοι αυτοί αν με χάσουν? Πώς θα κυλήσει η καθημερινότητα χωρίς εμένα; -Σωστό. Έχουν δίκιο.
Μάλλον είναι επικίνδυνο να κυκλοφορώ μόνη μου τη νύχτα... εξακολουθεί να μ'αρέσει όμως.
Πάμε μια βόλτα μαζί; Θα νιώσω μεγαλύτερη ασφάλεια...
Νύχτωσε, ναι το βλέπω.. Αα! θα πέσεις για ύπνο! Ναι, πολύ κούραση...σωστά. Άλλωστε η νύχτα είναι επικίνδυνη, που να πάμε τέτοια ώρα... Ναι, σωστά...Έχουμε και δουλειές αύριο...
Εγώ πάντως φεύγω. Μόνη μου. Όπως ακριβώς κυκλοφορώ και τη μέρα. Γιατί, όπως μαθαίνω και στο γιο μου, ο,τι υπάρχει στο φως, υπάρχει και στο σκοτάδι. Και εγώ φοβάμαι τη μέρα, κι όμως τα πάω μια χαρά, ως μάνα και πατέρας, κόρη, αδελφή, φίλη, υπάλληλος.
Κοιμήσου εσύ... τα λέμε αύριο....
Πώς μ'αρέσει!!!
Νιώθω ήρεμη και ασφαλής! Σπάνια φοβήθηκα να περπατήσω μόνη μου τη νύχτα στην πόλη. Όχι στην εξοχή, όμως. Η εξοχή με τρομάζει ακόμα και τη μέρα... Στην εξοχή έχω μια περίεργη αίσθηση ανασφάλειας, σαν να με παρακολουθούν.. Στην πόλη όμως όχι.
Η πόλη μου είναι όμορφη τη νύχτα. Έχω την ευτυχία να ζω στην επαρχία, σε ένα λιμάνι. Μ' αρέσει να βγαίνω βόλτα τη νύχτα. Σε λιγότερο από δέκα λεπτά είμαι στο κέντρο. Μπαράκια, τραπεζάκια έξω και κόσμος που ακόμα και αν δεν ξέρεις σίγουρα έχεις ξαναδεί. Η υπάλληλος που σε εξυπηρέτησε το πρωί, ο ταχυδρόμος, το αγόρι από την τρίτη Λυκείου που σου άρεσε όταν εσύ ήσουν στην πρώτη.
Προσπαθούν να με πείσουν οτι κινδυνεύω όταν περπατώ μόνη μου τη νύχτα. Ίσως να μην έχουν και άδικο τώρα πια... Άλλωστε δεν είμαι πια ανεξάρτητη, έχω και ένα παιδί να σκεφτώ. Τι θα γίνει αν εγώ καταλήξω ένα στρουμπουλό περίγραμμα από κιμωλία; -Σωστό. Έχουν δίκιο.
Γιατί ο Βύρων λείπει. Και έτσι είμαι μάνα και πατέρας. Και κόρη και αδελφή και φίλη και υπάλληλος. Και τι θα γίνουν όλοι αυτοί αν με χάσουν? Πώς θα κυλήσει η καθημερινότητα χωρίς εμένα; -Σωστό. Έχουν δίκιο.
Μάλλον είναι επικίνδυνο να κυκλοφορώ μόνη μου τη νύχτα... εξακολουθεί να μ'αρέσει όμως.
Πάμε μια βόλτα μαζί; Θα νιώσω μεγαλύτερη ασφάλεια...
Νύχτωσε, ναι το βλέπω.. Αα! θα πέσεις για ύπνο! Ναι, πολύ κούραση...σωστά. Άλλωστε η νύχτα είναι επικίνδυνη, που να πάμε τέτοια ώρα... Ναι, σωστά...Έχουμε και δουλειές αύριο...
Εγώ πάντως φεύγω. Μόνη μου. Όπως ακριβώς κυκλοφορώ και τη μέρα. Γιατί, όπως μαθαίνω και στο γιο μου, ο,τι υπάρχει στο φως, υπάρχει και στο σκοτάδι. Και εγώ φοβάμαι τη μέρα, κι όμως τα πάω μια χαρά, ως μάνα και πατέρας, κόρη, αδελφή, φίλη, υπάλληλος.
Κοιμήσου εσύ... τα λέμε αύριο....

Τετάρτη 23 Ιουνίου 2010
Πώς το 'πε, τελικά, εκείνος... Κάτσε να θυμηθώ....
Αισιόδοξος, λέει, είναι εκείνος που πιστεύει ότι τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι καλύτερα και απαισιόδοξος είναι εκείνος που φοβάται πως έτσι ακριβώς είναι...
Ορίστε, λοιπόν, που στα 35 μου ανακαλύπτω ότι ένα "πιστεύω" και ένα "φοβάμαι" μπορούν ν' αλλάξουν την κοσμοθεωρία σου...
Δεν αισθάνομαι και πολύ αισιόδοξη τώρα τελευταία... Ίσως φταίει που ο Βύρων δεν πιστεύει ότι φοβάμαι... Και όταν το πιστεύει, μου λέει να κλειδώνω τις πόρτες και ν' αφήνω ένα φως αναμμένο για να μη φοβάμαι...
Αχ, βρε Βύρωνα..., αχ!
Αισιόδοξος, λέει, είναι εκείνος που πιστεύει ότι τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι καλύτερα και απαισιόδοξος είναι εκείνος που φοβάται πως έτσι ακριβώς είναι...
Ορίστε, λοιπόν, που στα 35 μου ανακαλύπτω ότι ένα "πιστεύω" και ένα "φοβάμαι" μπορούν ν' αλλάξουν την κοσμοθεωρία σου...
Δεν αισθάνομαι και πολύ αισιόδοξη τώρα τελευταία... Ίσως φταίει που ο Βύρων δεν πιστεύει ότι φοβάμαι... Και όταν το πιστεύει, μου λέει να κλειδώνω τις πόρτες και ν' αφήνω ένα φως αναμμένο για να μη φοβάμαι...
Αχ, βρε Βύρωνα..., αχ!

Δευτέρα 7 Ιουνίου 2010
Γιατί μας πονάνε?
Πιές ενα κρασάκι μαζί μου,...μετά θα πάμε για ύπνο,...
Σήμερα δεν ήταν και τόσο καλή μέρα,... ήμουν θλιμμένη,...
Όχι, δεν έγινε κάτι που με πείραξε,...ή μάλλον έχουν γίνει πολλά που με πείραξαν,...και συνεχίζουν να γίνονται.
Ίσως τελικά να τα αναλύω πολύ τα πράγματα,...
Ίσως πάλι όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μου να είναι πολύ πιο σύνθετα απ' ο,τι μπορώ να καταλάβω.
Κάποτε έλεγα οτι η αγάπη ζεσταίνει τα πάντα,...
Έχεις δίκιο, δεν ήταν και τόσο παλιά που σου το είχα πει,....
Μμμμ, θυμάμαι που είπες οτι αυτό σου θυμίζει τον ήλιο, κάπως έτσι το είχα και γώ στο μυαλό μου. Ένα ηλιόλουστο, καταπράσινο τοπίο και ένα ήσυχο ποτάμι να το δροσίζει.
Ε, λοιπόν σήμερα η ζωγραφιά μου είχε συννεφιά. Και ψύχρα. Τα σύννεφα κάλυψαν τον ήλιο μου και δεν μπορούσε ουτ'εμένα καλά καλά να ζεστάνει,...Πόσο μάλλον όλο τον κόσμο (γιατί αυτή ήταν η φιλοδοξία μου, τι ανοησία!!!).
Πώς μπορεί κανείς να σκοτώσει έναν άνθρωπο? Πώς γίνεται να σταματήσεις το Καλό πρίν ακόμα φτάσει στον προορισμό του? Πώς ζούν οι άνθρωποι χωρίς αισθήματα, χωρίς αισθήσεις?
Το μυαλό μου σταματάει εδώ. Αρνούμαι να δώ λοβοτομημένα ανθρωποειδή να καταπατούν τη ζωγραφιά μου,...
Τί λές, δε μέθυσα! Πάντα έτσι μου λές όταν μιλάω για ζωγραφιές και τοπία μέσα μου,....
Λοιπόν, θα σου πώ τί νιώθω,... Αγκάλιασέ με, όμως πρώτα γιατί φοβάμαι,...
Νιώθω ένα φόβο παιδικό. Νιώθω ανεπαρκής,...μικρή,...ευάλωτη,...μ'ενα παιδικό παράπονο για ο,τι δεν μου αρέσει,...αλλά πρέπει να το δεχτώ,....χωρίς να καταλαβαίνω γιατί,...
Αύριο?...
Ναι, μάλλον θα νιώθω καλύτερα, αύριο,...όταν ξυπνήσουμε,...
Ζαλίστηκα τελικά,...
Πάμε για ύπνο._
Σήμερα δεν ήταν και τόσο καλή μέρα,... ήμουν θλιμμένη,...
Όχι, δεν έγινε κάτι που με πείραξε,...ή μάλλον έχουν γίνει πολλά που με πείραξαν,...και συνεχίζουν να γίνονται.
Ίσως τελικά να τα αναλύω πολύ τα πράγματα,...
Ίσως πάλι όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μου να είναι πολύ πιο σύνθετα απ' ο,τι μπορώ να καταλάβω.
Κάποτε έλεγα οτι η αγάπη ζεσταίνει τα πάντα,...
Έχεις δίκιο, δεν ήταν και τόσο παλιά που σου το είχα πει,....
Μμμμ, θυμάμαι που είπες οτι αυτό σου θυμίζει τον ήλιο, κάπως έτσι το είχα και γώ στο μυαλό μου. Ένα ηλιόλουστο, καταπράσινο τοπίο και ένα ήσυχο ποτάμι να το δροσίζει.
Ε, λοιπόν σήμερα η ζωγραφιά μου είχε συννεφιά. Και ψύχρα. Τα σύννεφα κάλυψαν τον ήλιο μου και δεν μπορούσε ουτ'εμένα καλά καλά να ζεστάνει,...Πόσο μάλλον όλο τον κόσμο (γιατί αυτή ήταν η φιλοδοξία μου, τι ανοησία!!!).
Πώς μπορεί κανείς να σκοτώσει έναν άνθρωπο? Πώς γίνεται να σταματήσεις το Καλό πρίν ακόμα φτάσει στον προορισμό του? Πώς ζούν οι άνθρωποι χωρίς αισθήματα, χωρίς αισθήσεις?
Το μυαλό μου σταματάει εδώ. Αρνούμαι να δώ λοβοτομημένα ανθρωποειδή να καταπατούν τη ζωγραφιά μου,...
Τί λές, δε μέθυσα! Πάντα έτσι μου λές όταν μιλάω για ζωγραφιές και τοπία μέσα μου,....
Λοιπόν, θα σου πώ τί νιώθω,... Αγκάλιασέ με, όμως πρώτα γιατί φοβάμαι,...
Νιώθω ένα φόβο παιδικό. Νιώθω ανεπαρκής,...μικρή,...ευάλωτη,...μ'ενα παιδικό παράπονο για ο,τι δεν μου αρέσει,...αλλά πρέπει να το δεχτώ,....χωρίς να καταλαβαίνω γιατί,...
Αύριο?...
Ναι, μάλλον θα νιώθω καλύτερα, αύριο,...όταν ξυπνήσουμε,...
Ζαλίστηκα τελικά,...
Πάμε για ύπνο._

Κυριακή 23 Μαΐου 2010
ζωντανό ραδιόφωνο | ραδιόφωνο
ζωντανό ραδιόφωνο Εν λευκώ. 87,7http://http://live24.gr/radio/enlefko.jsp#

Κυριακή 16 Μαΐου 2010
Σήμερα είναι μια άλλη μέρα.
Σήμερα είναι μια άλλη μέρα. Μιά άλλη μέρα ήταν και χτές. Και αύριο θα είναι μια άλλη μέρα, αλλά αυτή την ατάκα την έχει προλάβει άλλος. Και εγώ μέσα σ'αυτό το χαμό των άλλων ημερών να επιμένω πως δεν αλλάζει τίποτα! Κι ο Βύρωνας να αναρωτιέται μ'ένα γλυκύτατο ειρωνικό χαμόγελο "Μα τί θέλεις; Τί ψάχνεις επιτέλους;"
Υπάρχουν στιγμές στη ζωή μου που ενα απειροελάχιστο φώς τρυπώνει στα μύχια της ψυχής και ζεσταίνει το σώμα μου. Το πνεύμα μου. Την ψυχή μου. Γίνεται ανακωχή σ'αυτό το διαρκές πεδίο μάχης μέσα μου. Οι δυο πολεμιστές μου αφήνουν τη μάχη και ξεκουράζονται.
Ο ποιητής ξαπλώνει στις ρίζες ενός πλάτανου. Ακούει τον ήχο του νερού και χαμογελάει με τον ήλιο που τον κρυφοκοιτάζει μέσα από τα φύλλα. Ανοίγει το βιβλίο του και μισοκλείνει ηδονικά τα μάτια. Αφήνεται στον αιώνιο ποταμό του πνεύματος και παρασύρεται απο τα ρεύματα.
Ο τεχνίτης ανεβαίνει στο ξέφωτο και κάθεται σ'ένα φιλόξενο βραχάκι. Βγάζει απο την τσέπη το κουτί που σκαλίζει. Με τις μάχες το καθυστέρησε και πρέπει να το παραδώσει άμεσα. Πρίν αρχίσει τη δουλειά ρίχνει μια ματιά πέρα, να δεί τι κάνει ο άλλος.
Ο ποιητής σηκώνει για μιά στιγμή το βλέμμα. Ο άλλος κάθησε πάλι στο βραχάκι να δουλέψει.
Ένα γλυκύτατο ειρωνικό χαμόγελο χαράζεται στα χείλη τους.
Υπάρχουν στιγμές στη ζωή μου που ενα απειροελάχιστο φώς τρυπώνει στα μύχια της ψυχής και ζεσταίνει το σώμα μου. Το πνεύμα μου. Την ψυχή μου. Γίνεται ανακωχή σ'αυτό το διαρκές πεδίο μάχης μέσα μου. Οι δυο πολεμιστές μου αφήνουν τη μάχη και ξεκουράζονται.
Ο ποιητής ξαπλώνει στις ρίζες ενός πλάτανου. Ακούει τον ήχο του νερού και χαμογελάει με τον ήλιο που τον κρυφοκοιτάζει μέσα από τα φύλλα. Ανοίγει το βιβλίο του και μισοκλείνει ηδονικά τα μάτια. Αφήνεται στον αιώνιο ποταμό του πνεύματος και παρασύρεται απο τα ρεύματα.
Ο τεχνίτης ανεβαίνει στο ξέφωτο και κάθεται σ'ένα φιλόξενο βραχάκι. Βγάζει απο την τσέπη το κουτί που σκαλίζει. Με τις μάχες το καθυστέρησε και πρέπει να το παραδώσει άμεσα. Πρίν αρχίσει τη δουλειά ρίχνει μια ματιά πέρα, να δεί τι κάνει ο άλλος.
Ο ποιητής σηκώνει για μιά στιγμή το βλέμμα. Ο άλλος κάθησε πάλι στο βραχάκι να δουλέψει.
Ένα γλυκύτατο ειρωνικό χαμόγελο χαράζεται στα χείλη τους.

Κυριακή 2 Μαΐου 2010
Εν αρχη ην... η απορια...
... και πώς να αρχίσεις..; Αλλά κυρίως γιατί ν'αρχίσεις;
Θ΄αρχίσω όπως πάντα! Επειδή έτσι θέλω! Και μην αρχίσει κανείς τα "γιατί θέλεις;" και τα "γιατί τώρα;"... Είπαμε. Επειδή έτσι!
Άλλωστε οι μόνοι που εχω δεί ποτέ να κερδίζουν επειδή βρήκαν την απάντηση σε κάποια ερώτηση ήταν κατι γελοίοι παίχτες γελοίων τηλεπαιχνιδιών. Και δεν είπαν πια και καμιά σοφία! Τις ήξερα και γω τις απαντήσεις. Ακόμα και αυτές που τους μπέρδευαν. Ο Bύρων εντυπωσιαζόταν απο τις γνώσεις μου. "Κι αυτό το ήξερες; Μπράβο, μωρό μου! Να δηλώσες συμμετοχή, αγάπη μου! Θα τους πάρουμε και τα σώβρακα!"
Εγώ, εννοείται, κανένα ενδιαφέρον δεν είχα να αποδείξω τις γνώσεις μου και να πάρω τα ξένα σώβρακα. Το μόνο σώβρακο που επιθυμούσα να πάρω ήταν του Βύρωνα. Που δεν χρειαζόταν και απαντήσεις!
Έτσι ήμουν πάντα!... Ανώτερος άνθρωπος... Διαβασμένος... Ποτέ δεν με ενοιαξαν τα έπαθλα, τα δώρα, τα βραβεία... Για μένα σημασία είχε το ταξίδι... και όχι η Ιθάκη... Ούτε για το Βύρωνα... Γι'αυτόν σημασία είχε αν το ξενοδοχείο στην Ιθάκη είχε air condition... Χαίρε χάος!
Ε, να λοιπόν τι είναι ο έρωτας! Να μη μιλάς την ίδια γλώσσα, να λες εσύ άσπρο και κείνος μαύρο, ν'ακους Αλκίνοο και κεινος Ρουβά, να διαβάζεις Εσσε και κείνος "Στοίχημα", να σου αρέσει το περπάτημα και κεινος να παίρνει μηχανάκι για να πάει στο περίπτερο, και όλος αυτός ο χαμός να μην έχει καμία σημασία!!! Για να μην πώ οτι βρίσκεις και εξαιρετικά αστεία την όλη κατάσταση. Και χαριτωμένη. Και όμορφη. Και...υπέροχη... Αχ!
Θ΄αρχίσω όπως πάντα! Επειδή έτσι θέλω! Και μην αρχίσει κανείς τα "γιατί θέλεις;" και τα "γιατί τώρα;"... Είπαμε. Επειδή έτσι!
Άλλωστε οι μόνοι που εχω δεί ποτέ να κερδίζουν επειδή βρήκαν την απάντηση σε κάποια ερώτηση ήταν κατι γελοίοι παίχτες γελοίων τηλεπαιχνιδιών. Και δεν είπαν πια και καμιά σοφία! Τις ήξερα και γω τις απαντήσεις. Ακόμα και αυτές που τους μπέρδευαν. Ο Bύρων εντυπωσιαζόταν απο τις γνώσεις μου. "Κι αυτό το ήξερες; Μπράβο, μωρό μου! Να δηλώσες συμμετοχή, αγάπη μου! Θα τους πάρουμε και τα σώβρακα!"
Εγώ, εννοείται, κανένα ενδιαφέρον δεν είχα να αποδείξω τις γνώσεις μου και να πάρω τα ξένα σώβρακα. Το μόνο σώβρακο που επιθυμούσα να πάρω ήταν του Βύρωνα. Που δεν χρειαζόταν και απαντήσεις!
Έτσι ήμουν πάντα!... Ανώτερος άνθρωπος... Διαβασμένος... Ποτέ δεν με ενοιαξαν τα έπαθλα, τα δώρα, τα βραβεία... Για μένα σημασία είχε το ταξίδι... και όχι η Ιθάκη... Ούτε για το Βύρωνα... Γι'αυτόν σημασία είχε αν το ξενοδοχείο στην Ιθάκη είχε air condition... Χαίρε χάος!
Ε, να λοιπόν τι είναι ο έρωτας! Να μη μιλάς την ίδια γλώσσα, να λες εσύ άσπρο και κείνος μαύρο, ν'ακους Αλκίνοο και κεινος Ρουβά, να διαβάζεις Εσσε και κείνος "Στοίχημα", να σου αρέσει το περπάτημα και κεινος να παίρνει μηχανάκι για να πάει στο περίπτερο, και όλος αυτός ο χαμός να μην έχει καμία σημασία!!! Για να μην πώ οτι βρίσκεις και εξαιρετικά αστεία την όλη κατάσταση. Και χαριτωμένη. Και όμορφη. Και...υπέροχη... Αχ!

Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)