Πέμπτη 28 Μαΐου 2015

Ιστορίες της νύχτας - Νυχτερινή πτήση.

http://i.ytimg.com/vi/hQQObD0BkY0/maxresdefault.jpg
- Νύσταξα...
- Κι εγώ... Τι ωραία που περάσαμε! Υπέροχα... Να 'ναι καλά ο Βύρων που μας τα κανόνισε...
- Κορίτσια, νιώθω σαν διασημότητα, σαν ηθοποιός του Hollywood. Έτσι θα τα περνάνε κι αυτές... Πολυτέλεια, ευγένεια, περιποίηση... Βασίλισσες μας έχουν.
- Άντε, λοιπόν, ας αποσυρθούμε στη βασιλική μας καμπίνα για το βασιλικό μας ύπνο... Αύριο φτάνουμε... Τελειώνουν τα παραμύθια.
- Πηγαίνετε εσείς, εγώ θα μείνω λίγο. Κατά τις δωδεκάμιση φτάνουμε στο πρώτο λιμάνι. Το καράβι του Βύρωνα θα φορτώνει εκεί. Θα μείνω να το δώ.
Χαμογέλασαν τα κορίτσια...
- Σε μόνιμες διακοπές η φιλενάδα μας... Σε μόνιμο παραμύθι... Καληνύχτα, λοιπόν...

Κατέβηκα στο σαλόνι. Έκανα μια βόλτα, βγήκα στο κατάστρωμα. Μπουνάτσα, λάδι η θάλασσα κι ο ουρανός ανοιχτός σαν να ξεμακραίνει και να απλώνεται συνεχώς. Ένας θόλος διάστικτος απο φωτεινά σημάδια, γαλαξίες, συμπλέγματα αστεριών που περιδινίζονται.  Κι ένα φεγγάρι να μεγαλώνει νύχτα με τη νύχτα. Θάλασσα κι ουρανός ανταλάσσουν τα όριά τους, ανταλάσσουν τα αστέρια τους... Πάρε εσύ έναν προβολέα, δώσ' μου ένα μικρό αστέρι, σου δίνω έναν σπειροειδή γαλαξία και θέλω το λιμάνι σου με όλες τις αντανακλάσεις του.
Είναι υπέροχη η αίσθηση να βρίσκεσαι τη νύχτα σ' ένα πλοίο στη μέση της θάλασσας, στη μέση του σύμπαντος. τα πάντα κινούνται, περιστρέφονται, ταξιδεύουν κι εσύ μαζί τους, ένα μ΄αυτά. Την ίδια στιγμή παρατηρητής και ήρωας. Ένιωθα να αιωρούμαι, έτοιμη να ανοίξω τα χέρια και να ενωθώ με όλα...

Ένα απόκοσμο φώς άρχισε να φαίνεται στα δεξιά του πλοίου, σαν να ερχόταν η ανατολή, μα ήταν ακόμα μεσάνυχτα. Ένα σύθαμπο στην αρχή και μετά ξεκάθαρα οι προβολείς της προβλήτας και τα πιό θαμπά φώτα των δρόμων, το λιμάνι αναδυόταν μεσ' απ το σκοτάδι, μαγικά.

Μπήκα ξανά στο σαλόνι και βρήκα ένα φίλο κοινό, συνάδελφο του Βύρωνα. Πιάσαμε  ψιλοκουβέντα μέχρι να περάσει η ώρα και να πέσει η άγκυρα.

- Να κατέβω μαζί σου στον καταπέλτη;
- Άντε, έλα...

Κάτω απο τους προβολείς του λιμανιού η νύχτα έγινε μέρα, φωνές, μηχανές, μπετά και λαμαρίνες, η νύχτα τελικά δεν ήταν τόσο σιωπηλή....
Το καράβι του Βύρωνα εμφανίστηκε μεγαλόπρεπα και έδεσε τρείς ντόκους μακριά. Ο Βύρων θα ήταν στον καταπέλτη τώρα και θ' άρχιζε τη φόρτωση. Αυτοκίνητα, φορτηγά και επιβάτες θα εξαφανίζονταν στην κοιλιά των πλοίων και ο Βύρων θα έφευγε για το λιμάνι απ' όπου είχα ξεκινήσει εγώ κι εγώ θα έφευγα για το λιμάνι απ' όπου είχε ξεκινήσει εκείνος.
Για μισή ώρα μέσα  στη νύχτα τα πλοία μας συναντήθηκαν σ' αυτό το ενδιάμεσο λιμάνι και μετά το καθένα θα συνέχιζε το ταξίδι του.

Ο ύπαρχος με είδε που κοίταζα πέρα... Με κοίταξε με νόημα. Ήξερε κι αυτός τον καημό μου, τόσα χρόνια αυτός ο λιμανίσιος έρωτας μου δεν κρυβόταν. Δεκαοκτώ χρονών ήμουν όταν ξεκίνησα τα δρομολόγια, τα ταξίδια, την αναμονή. Και τώρα με σχεδόν τα διπλά χρόνια στην πλάτη μου, η αγωνία να τον δώ δεν είχε ησυχάσει.

- Να πάω; Προλαβαίνω;, τον ρώτησα κι ένιωθα τα μάτια μου να ικετεύουν σαν του κουταβιού...

Σχεδόν την άκουσα τη βλαστήμια που είπε απο μέσα του. Μα τα δικά του μάτια χαμογελούσαν πονηρά και ευχαριστημένα. Το περίμενε πως θα τον ρωτούσα, πως θα ζητούσα να δω το Βύρωνα... μας ήξερε τόσα χρόνια κι αυτός...

-Βιολίδα, μου λέει, σε δέκα λεπτά φεύγω και δεν περιμένω...

Και δάγκωνε το μουστάκι του.

- Σ' αγαπώωωω, του φωνάζω και του πετάω ένα φιλί με τα δυό μου χέρια. Καμία σοβαρότητα! Ήμουν πάλι δεκαοχτώ κι έτρεχα μες στο λιμάνι για μια ματιά ένα γειά, ένα φιλί...
Έτρεχα μπροστά απο τα σταματημένα φορτηγά, δίπλα μου το μαύρο νερό αντανακλούσε τ' αστέρια, είχα ήδη αφήσει μια νησίδα φωτός κι έτρεχα μεσ' το σκοτάδι προς έναν άλλο φωτεινό πλανήτη, αυτόν του Βύρωνα. Ταξίδευα στο σύμπαν πετώντας κι ασθμαίνοντας.

Η απόσταση  που χώριζε  τα δυό καράβια δεν ήταν μεγάλη, τετρακόσια- πεντακόσια μέτρα το πολύ. Μα κι εγώ δεν ήμουν πιά παιδάκι. Λαχάνιασα, σταμάτησα και κοίταξα πίσω, στο δικό μου φωτεινό πλανήτη. Για μια στιγμή φοβήθηκα οτι  θα έβλεπα και τους δύο καταπέλτες να σηκώνονται, τα δύο βαπόρια να σαλπάρουν κι εγώ να μένω εκεί , στο σκοτάδι, μόνη ανάμεσα στα θεόρατα μηχανήματα...
- Άν γίνει αυτό, θα δώ τι θα κάνω, σκέφτηκα. Και ξανάβαλα την τρεχάλα.

Πέρασα ανάμεσα στ' αυτοκίνητα που περίμεναν στην ουρά για την επιβίβαση. Ο Βύρων τα σταματούσε, έπαιρνε τα εισιτήρια, τα έλεγχε, τα επέστρεφε και το αυτοκίνητο επιβιβαζόταν. Δεν είχα ανάσα για να φωνάξω κι έτσι δε με είδε παρά μόνο όταν έφτασα δίπλα του. Δεν μίλησε, με κοίταξε έκπληκτος και μ' έναν αναστεναγμό μ' αγκάλιασε. Μ' έσφιξε πάνω του κι εγώ ανάσανα βαθειά.

Το σύμπαν σταμάτησε να περιστρέφεται  κι ένιωσα τα πόδια μου να γατζώνονται στο έδαφος και το σώμα μου να γίνεται ένα με το σώμα που αγκάλιαζα, να βγάζουμε ρίζες και κλαδιά που ανθίζουν, φυλλώνουν, απλώνονται. Κι εμείς ενωμένοι στον κόσμο αυτού του τεράστιου δέντρου που απλώνεται κι ανοίγει παντού κι όσο τα κλαδιά απλώνονται τόσο ο κορμός δυναμώνει, γίνεται συμπαγής, αδιαίρετος.

Ο Βύρων με φίλησε και η μαγεία εξαϋλώθηκε. Τα ανθάκια του δέντρου μας έγιναν αστέρια και κάτω απο τα πόδια μας αρχίσαμε να νιώθουμε ξανά τις δονήσεις απο το βάρος των τροχών και τα μαρσαρίσματα των αυτοκινήτων. Ξαναγυρίσαμε στη νύχτα.

Το 'σκασα πάλι τρέχοντας για να επιστρέψω στο πλοίο μου. τώρα ήμουν ήρεμη. Έβλεπα απο μακριά τα φορτηγά που περίμεναν να επιβιβαστούν και ήξερα πως έχω αρκετό χρόνο στη διάθεσή μου. Δεν λαχάνιαζα πιά, ήμουν δυνατή.

Όταν έφτασα, κούνησα το χέρι στον ύπαρχο, να δεί οτι γύρισα. Ανέβηκα στην καμπίνα. Τα κορίτσια κοιμόνταν τον ύπνο του δικαίου, είχαμε περάσει ένα υπέροχο τριήμερο.
Κατέβηκα ξανά στο γραφείο του φίλου μας. Συζήτησα μαζί του για τα προβλήματα της δουλειάς. Για την ακρίβεια, εκείνος μιλούσε κι εγώ άκουγα. Αυτό είχε ανάγκη εκείνος, κάποιον να μιλήσει.

Εγώ δε χρειαζόμουν τίποτα πιά. Ήμουν πλήρης.






Πέμπτη 21 Μαΐου 2015

Κινδυνεύω, κινδυνεύεις, κινδυνεύει, κινδυνεύουμε!!!!

PAIDIA
Κανονικά θα έπρεπε να προσπαθήσω να γράψω μια Ιστορία της Νύχτας, αλλά οι πομπές της Ημέρας δε μ'αφήνουν.... Η Νύχτα, για μένα, αφορά την Ψυχή και το Σώμα, το Πνεύμα και τη Νόηση, τη Διαίσθηση και το Όνειρο. Η μέρα, απο την άλλη πλευρά...., αφορά το χώμα, το εφήμερο, το προϊόν, τη συντήρηση και την πρακτικότητα....
Και τα δύο αναγκαία, το ένα πιο ευχάριστο, το άλλο πιο πρακτικό. Κι εμείς ανάμεσα, να προσπαθούμε να κρατήσουμε την παλάτζα...

Σήμερα διάβασα δύο αναρτήσεις που αφορούσαν άμεσα τα τεκταινόμενα στην ταπεινή μου μονοκατοικία....(http://princess-airis.blogspot.gr/2015_05_01_archive.html
και http://toapagio.blogspot.gr/). Αποφάσισα να πω λοιπόν κι εγώ τον πόνο μου, γιατί, όπως λέει και η Αριστέα, όλοι έχουμε δικαίωμα στη γνώμη....

Που λέτε, έχω πάει να παραλάβω το βλαστάρι από το σπίτι της φιληνάδας και συναθλήτριας στο στίβο της μητρότητας και ανατροφής 10χρονων βλασταριών...όπου είχε πάει ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ, ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΟΔΙΑ, το ίδιο απόγευμα. Μέχρι να πούμε μια κουβέντα και να βάλει το βλαστάρι τα παπούτσια του (που σαρανταποδαρούσα να ήταν πιο γρήγορα θα ποδαινόταν...) χτυπάει το τηλέφωνο (το ξένο...) και ζητάνε εμένα!!!. "Ποιός είναι, ρε παιδιά?" " Ο Βύρων, τρέξε..!"
Τώρα πρέπει να ξανακάνω παρένθεση και να πώ οτι ο Βύρων είναι πολυταξιδεμένος και γυρίζει τα πέρατα του κόσμου... (κοσμοναύτη βέβαια δεν τον λές, στο "καλέ, ναύτη!" όμως, ακούει...)
 Να μην τα πολυλογώ, ο Βύρων, αλλόφρων και ασθμαίνων στην άλλη άκρη της γραμμής ήθελε, λέει, να μας μιλήσει γιατί άκουσε οτι κυκλοφορεί στην περιοχή μας ένα αυτοκίνητο που απαγάγει παιδιά... Για την ακρίβεια Κόκκινο Σιτροέν!!! και έχει ήδη πάρει δύο παιδιά δεκατριών και δεκατεσσάρων χρονών!!! "Ποιά παιδιά???" ρωτάω η έρμη, νομίζοντας πως θα είναι γνωστά μας και έτσι το έμαθε....
" Δεν ξέρω..." απαντάει η αγάπη της ζωής μου, "Το διάβασα στο φέισμπουκ!!!!"
Κλείνω το τηλέφωνο επιτόπου... χαμογελάω στη φιληνάδα που νόμιζε κι αυτή οτι μας βρήκε η συμφορά, παίρνω το βλαστάρι και βγαίνουμε στο δρόμο, πεζοί στις 9 η ώρα το βράδυ.
Αφού περπατήσαμε ξένοιαστα τα ολόκληρα δύο τετράγωνα που χωρίζουν την ταπεινή μονοκατοικία μας από την ταπεινή μονοκατοικία της φιληνάδας, ετοιμάζω το βλαστάρι για ύπνο και συνδέομαι στο διαδίκτυο. Μπαίνω στο Amber Alert και στο Χαμόγελο Του Παιδιού. Ευτυχώς δεν βρίσκω καμία πρόσφατη ανάρτηση για αγνοούμενο παιδί. Ψάχνω ξανά και βρίσκω την ανάρτηση που διάβασε ο Βύρων και διαπιστώνω οτι έχει αναρτηθεί αρχικά από ένα σάιτ ποικίλης ύλης, όπου όλοι πηδιούνται, αρρωσταίνουν, ψεκάζονται, τους παίρνουν τα λεφτά οι επιτήδειοι κλπ. και όλα αυτά θεωρούνται ειδήσεις. Ο πρώτος τίτλος που έπιασε το μάτι μου ήταν "Φοιτήτρια βγαίνει με το στρίνγκ στο μπαλκόνι. Ανάστατη η γειτονιά"(Ακριβής μεταφορά, μη γελάτε...). Η "είδηση" που διάβασε ο καλός μου ανέφερε οτι ένα αγόρι βγαίνοντας από το φροντιστήριο για να πάει στη γωνία όπου το περίμενε ο πατέρας του είδε ένα κόκκινο αυτοκίνητο που έκοψε ταχύτητα περνώντας έξω από το φροντιστήριο και μετά συνέχισε την πορεία του. Όλο αυτό φάνηκε ύποπτο στο παιδί που το μετέφερε στον πατέρα... Αναρτήσεις επί αναρτήσεων στο φέισμπουκ πρόσθεσαν διάφορες λεπτομέρειες για την περιοχή, τον αριθμό των παιδιών, σπείρες αλλοδαπών και τα λοιπά και τα λοιπά.
Πάω για ύπνο ήρεμη αφού σκέφτομαι οτι αν Η Φοιτήτρια με το στρίνγκ και Ο Νεαρός που έβλεπε πολύ CSΙ είχαν τέτοιο σουξέ, αν πραγματικά είχε απαχθεί παιδί θα είχε γίνει χαμός και δεν θα μέναμε σε γενικά κι αόριστα σχόλια. Εδώ δεν τίθεται θέμα διαφύλαξης προσωπικών δεδομένων, τα στοιχεία των παιδιών που αγνοούνται κοινοποιούνται αμέσως από τις αρχές όπως έχουμε ήδη αντιληφθεί, αλλά φροντίζουμε να ξεχνάμε...

Και περιμένω πώς και πώς να έρθει ο Βύρων για να του ρίξω χοντρό βρισίδι που με τάραξε. Ακόμα πιο χοντρό που ταράχτηκε αυτός. Κι ακόμα πιο χοντρό που μπαίνει στο παιχνίδι του τρόμου που μας ταΐζουν καθημερινά. που για την ακρίβεια, ούτε καν μπαίνουν πια στον κόπο να μας ταΐσουν. Μας πετάνε δυο ξεροκόμματα και φτιάχνουμε μόνοι μας μπουφέ γκουρμέ....

Όπου συζήτησα αυτό το θέμα επιμένουν να μου λένε οτι δεν ήταν έτσι παλιά, οτι τώρα άλλαξαν τα πράγματα και οτι κινδυνεύουμε. Εγώ λέω οτι έτσι ήταν πάντα, απλά τώρα τα μαθαίνουμε όλα γρήγορα, με αφόρητες λεπτομέρειες και παραποιήσεις. Ανάμεσα στους γονείς είναι διάχυτος ο φόβος οτι θα μας κλέψουν τα παιδιά μας. Σίγουρα δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο για ένα γονιό, ούτε να το σκέφτομαι δεν θέλω. Κάποια στιγμή, όταν το βλαστάρι ήταν ακόμα μικρό, είχα τρομάξει πολύ. Άκουγα συνεχώς γύρω μου οτι πρέπει να προσέχω το παιδί, να μην το αφήνω από το χέρι μου, οτι κλέβουν παιδιά στα πολυκαταστήματα, στους δρόμους, στη θάλασσα, παντού! Έψαξα στη σελίδα του  Χαμόγελου Του Παιδιού και από εκεί στη σελίδα του Amber Alert. Έγινα εθελόντρια στο Χαμόγελο για να γνωρίσω από κοντά τον οργανισμό και τους ανθρώπους του και να καταλάβω κατά πόσο είναι αξιόπιστο. Αυτό που ήθελα να καταλάβω στην ουσία ήταν από τί και πώς να προφυλάξω το βλαστάρι μου. Αυτό που έμαθα είναι οτι η μεγαλύτερη απειλή για τα παιδιά είναι οι γονείς τους και αμέσως μετά άτομα του οικείου περιβάλλοντός τους. Τα παιδιά που ανήκουν σε μειονότητες επίσης απειλούνται όχι μόνο με κοινωνικό αποκλεισμό, αλλά ακόμα και με εγκλήματα κατά της υγείας και της ζωής τους, από τους συνομηλίκους τους!!! Και δυστυχώς αυτά τα στοιχεία δεν είναι φήμες, επιβεβαιώνονται δραματικά από την επικαιρότητα. Μαντλέν και Άννυ ήταν θύματα των γονιών τους. Η Μαρία δόθηκε από τους τσιγγάνους γονείς της, ίσως να πουλήθηκε. Ο Άλεξ ήταν θύμα συμμαθητών του και το έγκλημα συγκαλήφτηκε από τους γονείς τους. Ο Βαγγέλης δεν άντεξε τον κοινωνικό κατατρεγμό απο τους "μάγκες" ετεροφυλόφυλους συμφοιτητές του. (Και να φανταστείς οτι οι φοιτητές κάποτε έριχναν τις χούντες...Τώρα μάλλον οι χούντες ρίχνουν τους φοιτητές...)
Το έψαξα πολύ και είμαι σε θέση να πω οτι τα παιδιά μας δεν κινδυνεύουν να τα αρπάξουν τη στιγμή που θα αφήσουν το χέρι μας. Αντίθετα κινδυνεύουν αν δεν τα αφήσουμε να αυτονομηθούν, να βρουν τον εαυτό τους και να πιστέψουν σ'αυτόν. Και να πιστέψουμε κι εμείς στον εαυτό μας και την αγάπη μας ως γονείς. Δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτα περισσότερο από το να τα αγαπάμε και να τα στηρίζουμε. Έτσι κι αλλιώς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα περισσότερο από αυτό.

Μερικές φορές νιώθω οτι είμαι φυλακισμένη σε μια φυλακή χωρίς τοίχους. Δεν χρειάζονται οι τοίχοι γιατί φροντίζουν να με κρατάνε δεμένοι οι ίδιοι οι συγκρατούμενοί μου, δεν χρειάζονται καν δεσμοφύλακες. Ο καλύτερος δεσμοφύλακας είναι ο φόβος. Προσπαθώ κάθε μέρα να θυμάμαι ποια είμαι, να μου υπενθυμίζω να φοβάμαι αυτούς που μου προσφέρουν ασφάλεια, άνεση και πλούτο. Να κρίνω ανθρώπους από τις πράξεις τους και όχι από τα λόγια τους. Να θυμάμαι οτι ο βλαστάρι δεν κινδυνεύει απο κάποιον που δεν έχει τίποτα. Κινδυνεύει από αυτόν που έχει τα πάντα και θέλει κάτι ακόμα. Δεν κινδυνεύει από αυτόν που ζητάει σεβασμό. Κινδυνεύει από αυτόν που δε σέβεται κανέναν, ούτε καν τον εαυτό του. Δεν κινδυνεύει από αυτόν που λέει τη γνώμη του, αλλά από αυτόν που λέει αυτό που θέλουν οι άλλοι ν' ακούσουν.
Κοιμάμαι κάθε βράδυ μόνη μου, με το βλαστάρι στο διπλανό δωμάτιο. Και η ευχή μου κάθε βράδυ είναι να μείνει μακριά από κάθε κακία και κάθε μίσος, αλλά κυρίως κάθε κακία και κάθε μίσος να μείνουν μακριά από την ψυχή του.
Και κακιώνω με το Βύρωνα που είναι έτοιμος να μου καταλογίσει ευθύνες γιατί δεν φοβάμαι  όσο θα έπρεπε....

Τετάρτη 20 Μαΐου 2015

Χωρίς σκοπό

Φωτο:http://mytripssonblog.blogspot.gr


Καθόμουν στο παγκάκι και κοίταζα την ήρεμη επιφάνεια του νερού. Το βλέμμα μου χανόταν στο ασημένιο καθρέφτισμα του ουρανού. Ήρεμη ώρα, μεσημεριανή...

Είχα ακουμπήσει το βιβλίο δίπλα μου, με το δάχτυλό μου ακόμα ανάμεσα στις σελίδες για να συνεχίσω τάχα το διάβασμα. Έκλεισα τα μάτια και  έγειρα το κεφάλι μου πίσω, προσφορά τα βλέφαρα και τα χείλη μου στο φιλί του ήλιου. Έλιωνα, κούκλα από κερί.  Με τα μέλη μου να λύνονται απορροφώντας τις ζεστές αχτίδες, ένιωσα να γαληνεύω. Το σώμα μου ενώθηκε με τη γη, έγινε χωμάτινο, ένα πήλινο δοχείο που πυρωνόταν στο ανοιξιάτικο μεσημέρι. Και η σκέψη μου, ελαφριά κι αέρινη χανόταν στο τίποτα, ακολουθώντας τις πυρόχρωμες σταγόνες που έπεφταν στα κλειστά μου βλέφαρα κι άνοιγαν, απλώνονταν σαν το λάδι στο νερό.....

Χάθηκα ώρα πολλή στο κατακόκκινο ταξίδι μου, μέχρι που ξαφνικά ο αέρας ψύχρανε κι επέστρεψα στο παρόν ανατριχιάζοντας. Άνοιξα τα μάτια και κοίταξα γύρω. Το φως είχε αλλάξει, είχε γίνει ψυχρό, βράδιαζε....

Σηκώθηκα κι άρχισα να περπατώ στο πέτρινο μονοπάτι. Από μακριά έβλεπα την αντανάκλαση των τελευταίων αχτίδων πάνω στα τζάμια των κτιρίων. Βγήκα από το πάρκο και βρέθηκα στο κέντρο της πόλης. 
Αυτοκίνητα, κόσμος, άνθρωποι στις στάσεις των λεωφορείων με βλέμμα κουρασμένο, βιαστικοί περαστικοί να σκουντουφλούν μεταξύ τους και να κοιτάζονται με αηδία και αγανάκτηση...

Το δάχτυλό μου είχε μουδιάσει ανάμεσα στις σελίδες. Τσάκισα την άκρη του φύλλου, ένα μικρό χάρτινο τριγωνάκι που μου έκλεισε το μάτι πονηρά.
Χαμογέλασα κι έκλεισα το βιβλίο. 

Read more: http://mytripssonblog.blogspot.com/2015/05/2-5-11.html#ixzz3afGXVGQj


Και ξαναβάζω το κείμενό μου που τόση αναστάτωση έφερε στο "Παιχνίδι με τις λέξεις". Τα συγχαρητήριά μου σε όλους τους συμμετέχοντες και τη διοργανώτρια. Καλημέρα!!!!

Τετάρτη 13 Μαΐου 2015

Λάθος!!!

Δυστυχώς δεν γνώριζα καλά τους κανόνες του "παίζοντας  με τις λέξεις" και ανάρτησα την ιστορία μου στο blog μου νωρίτερα απ' ότι έπρεπε! Την αποσύρω σεβόμενη τους κανονισμούς και ζητώ ειλικρινά συγγνώμη από τους υπόλοιπους συμμετέχοντες στο παιχνίδι και τη διοργανώτρια....
Ευχαριστώ για τις επισημάνσεις!!!